Μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε μαζί.
Η ουροδόχος κύστη είναι ένα κοίλο μυϊκό όργανο στο κάτω μέρος της κοιλιάς στο οποίο αποθηκεύονται τα ούρα. Οι περισσότεροι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης διαγιγνώσκονται σε πρώιμο στάδιο. Σε αυτό το στάδιο η κακοήθεια είναι απολύτως ιάσιμη. Όμως, ακόμα και σε πιο προχωρημένα στάδια, τα ποσοστά ίασης είναι εξαιρετικά. Η επίσκεψη σε έναν εξειδικευμένο στο ουροποιητικό Παθολόγο-Ογκολόγο κρίνεται αναγκαία, αφού είναι ο μόνος που μπορεί να κατευθύνει τους ασθενείς προς τις ιδανικές θεραπευτικές επιλογές με βάση πάντα την περίπτωσή τους.
Η ομάδα της Athens Cancer Clinic αποτελείται από μια ομάδα ιατρών, οι οποίοι είναι εξειδικευμένοι στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία των καρκίνων του ουρογεννητικού συστήματος. Με πολυετή εμπειρία, τεχνογνωσία και ενεργή συμμετοχή σε νέες έρευνες και κλινικές μελέτες για την αντιμετώπιση του καρκίνου, η ιατρική μας ομάδα μπορεί να προσφέρει εμπεριστατωμένη διάγνωση και ειδικές εξατομικευμένες και ασφαλείς θεραπείες, οι οποίες αποσκοπούν στην οριστική εξάλειψη της κακοήθειας.
Κανείς δε θέλει να διαγνωστεί με καρκίνο της Ουροδόχου Κύστης & του Ανώτερου Ουροποιητικού,
όμως οι εξειδικευμένες θεραπείες μπορούν να τον αντιμετωπίσουν.
Οι επιλογές θεραπείας για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του καρκίνου, του αριθμού των καρκινικών εστιών, του μεγέθους του όγκου, του σταδίου της νόσου, του ρυθμού υποτροπής και της παρουσίας καρκίνου in situ.
Στην περίπτωση που η κακοήθεια έχει αναπτυχθεί στα βαθύτερα στρώματα της κύστης (μυική στιβάδα, διηθητικός καρκίνος), τότε απαιτείται η ριζική κυστεκτομή και εκτροπή ούρων. Πραγματοποιείται δηλαδή αφαίρεση της κύστης και των λεμφαδένων της πυέλου εφόσον έχει προηγηθεί ενδοφλέβια χημειοθεραπεία.
Εάν ο καρκίνος δεν έχει προλάβει να εισχωρήσει στα βαθύτερα στρώματα του τοιχώματος της κύστης, πραγματοποιείται η διουρηθρική εκτομή, όπου αφαιρείται κομμάτι ιστού από το εσωτερικό της ουροδόχου κύστης, σε συνδυασμό πάλι με άλλες θεραπείες.
Η χημειοθεραπεία πραγματοποιείται ενδοφλεβίως. Αυτή πρέπει να γίνεται πριν από τη χειρουργική επέμβαση, έτσι ώστε να αυξηθούν οι πιθανότητες ίασης. Επίσης μπορεί να πραγματοποιηθεί προληπτικά μετά από τη χειρουργική επέμβαση σε ασθενείς που δεν την έλαβαν προ-εγχειρητικά και έχουν τοπικά εκτεταμένη νόσο. Η ενδοκυστική χημειοθεραπεία προτιμάται για τη θεραπεία καρκίνων που περιορίζονται στον βλεννογόνο της ουροδόχου κύστης, αλλά παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο υποτροπής ή επιδείνωσης.
Η στοχεύουσα θεραπεία επιλέγεται για την αντιμετώπιση καρκίνων ουροδόχου κύστης, οι οποίοι βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο, στην περίπτωση που οι υπόλοιπες θεραπείες δεν έχουν φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η στοχεύουσα θεραπεία επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα μόρια-πρωτεΐνες που υπάρχουν στα καρκινικά κύτταρα. Στοχεύοντας αυτά τα μόρια, η εν λόγω θεραπεία μπορεί να προκαλέσει τον θάνατο των καρκινικών κυττάρων.
Η ανοσοθεραπεία έχει πλέον αλλάξει τα δεδομένα στη θεραπευτική του καρκίνου της ουροδόχου κύστης ειδικά σε προχωρημένα στάδια αλλά και σε προληπτική βάση μετά την κυστεκτομή. Χορηγείται και αυτή ενδοφλεβίως. Η ενδοκυστική ανοσοθεραπεία με BCG έχει ως στόχο την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού για την καταπολέμηση των καρκινικών κυττάρων και συνιστάται για κακοήθειες μικρού βαθμού που δεν έχουν αναπτυχθεί στα βαθύτερα μυϊκά στρώματα της ουροδόχου κύστης.
Οι κλινικές δοκιμές αποτελούν ερευνητικές μελέτες που δίνουν την ευκαιρία σε ασθενείς να δοκιμάσουν τις πιο πρόσφατες καινοτομίες στη θεραπεία του καρκίνου των νεφρών. Ορισμένες κλινικές δοκιμές αξιολογούν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα πιθανών θεραπειών. Άλλες κλινικές δοκιμές προσπαθούν να βρουν νέους τρόπους πρόληψης ή ανίχνευσης της ασθένειας.
Έχετε τη διάγνωσή σας, όμως πάντα μπορείτε να ζητήσετε μια δεύτερη γνώμη.
Κατά τη διάρκεια αυτής της εξέτασης, λαμβάνεται δείγμα ούρων με σκοπό να εξακριβωθεί ή όχι η παρουσία καρκινικών κυττάρων.
Η κυστεοσκόπηση αποτελεί τη βασικότερη εξέταση για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης. Κατά τη διαδικασία, ελέγχεται απευθείας η εσωτερική επιφάνεια της κύστης, μέσω μια ειδικής εύκαμπτης κάμερας. Η κυστεοσκόπηση πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία.
Για τη διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης χρησιμοποιούνται και διάφορες απεικονιστικές εξετάσεις, όπως για παράδειγμα το υπερηχογράφημα ουροποιητικού συστήματος, το οποίο πραγματοποιείται κυρίως για τον έλεγχο μεγάλων όγκων, όπως και η αξονική ή μαγνητική τομογραφία θώρακος/ουρογραφία που σκοπός τους είναι κυρίως να ελέγξουν την πιθανή ταυτόχρονη παρουσία καρκίνου στους νεφρούς ή στους ουρητήρες ή για μεταστάσεις στους λεμφαδένες της πυέλου ή σε άλλα όργανα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της εξέτασης, λαμβάνεται δείγμα ούρων με σκοπό να εξακριβωθεί ή όχι η παρουσία καρκινικών κυττάρων.
Η κυστεοσκόπηση αποτελεί τη βασικότερη εξέταση για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης. Κατά τη διαδικασία, ελέγχεται απευθείας η εσωτερική επιφάνεια της κύστης, μέσω μια ειδικής εύκαμπτης κάμερας. Η κυστεοσκόπηση πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία.
Για τη διάγνωση του καρκίνου της ουροδόχου κύστης χρησιμοποιούνται και διάφορες απεικονιστικές εξετάσεις, όπως για παράδειγμα το υπερηχογράφημα ουροποιητικού συστήματος, το οποίο πραγματοποιείται κυρίως για τον έλεγχο μεγάλων όγκων, όπως και η αξονική ή μαγνητική τομογραφία θώρακος/ουρογραφία που σκοπός τους είναι κυρίως να ελέγξουν την πιθανή ταυτόχρονη παρουσία καρκίνου στους νεφρούς ή στους ουρητήρες ή για μεταστάσεις στους λεμφαδένες της πυέλου ή σε άλλα όργανα.
Ο καρκίνος του νεφρού συνήθως δεν παρουσιάζει συμπτώματα στα αρχικά του στάδια. Με τον καιρό, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα, όπως:
Εάν έχετε συμπτώματα που δεν υποχωρούν,
ή εάν θέλετε να ζητήσετε μια δεύτερη διάγνωση,
μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας..
Εάν έχετε συμπτώματα
που δεν υποχωρούν,
ή εάν θέλετε να ζητήσετε
μια δεύτερη διάγνωση,
μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας..
Δεν είναι κάτι που προκαλέσατε, αλλά κάτι που συνέβη.
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης ξεκινά όταν τα κύτταρα της ουροδόχου κύστης παρουσιάζουν αλλαγές (μεταλλάξεις) στο DNA τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα των ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό τους και κατ’ επέκταση τη δημιουργία όγκων. Ο όγκος που δημιουργείται μπορεί να εισβάλει και να καταστρέψει τον φυσιολογικό ιστό του σώματος. Με τον καιρό, τα μη φυσιολογικά κύτταρα μπορούν να αποκολληθούν και να εξαπλωθούν (μετάσταση) σε άλλα σημεία του σώματος.
Πάντα υπάρχει ρίσκο. Το σημαντικό είναι να εξαλείφουμε τις πιθανότητες.
Η εκτροπή των ούρων αποτελεί επακόλουθο της ριζικής κυστεκτομής. Πρόκειται για τη μεταφορά των ουρητήρων σε κατάλληλη θέση προκειμένου να αποβάλλονται τα ούρα (έξοδος των ουρητήρων απ’ ευθείας στο δέρμα, εκτροπή των ούρων κατά Bricker).
Μετά από μια ριζική κυστεκτομή, ενέχει ο κίνδυνος να υπάρξουν προβλήματα με τη στύση ενός άνδρα. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι κάτι σίγουρο και στην περίπτωση που συμβεί αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Τόσο η ακτινοθεραπεία, όσο και η κυστεκτομή μπορεί να προκαλέσουν στένωση του κόλπου, να κάνουν δηλαδή τον κόλπο στενότερο, γεγονός που μπορεί να κάνει το σεξ επώδυνο.
Στους παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης περιλαμβάνονται:
Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου. Αν και μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο της ουροδόχου κύστης είναι άνω των 55 ετών και συνηθέστερα άντρες.
Το κάπνισμα είναι από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου και μπορεί να προκαλέσει τη συσσώρευση επιβλαβών χημικών ουσιών στα ούρα. Η έκθεση σε ορισμένες χημικές ουσίες μπορεί να προκαλέσει την ανάπτυξη καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Μεταξύ αυτών είναι το αρσενικό και οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή βαφών, καουτσούκ, δέρματος, υφασμάτων και προϊόντων βαφής.
Χρόνιες ή επαναλαμβανόμενες ουρολοιμώξεις ή φλεγμονές (κυστίτιδα) μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ουροδόχου κύστης.
Εάν κάποιος είχε αντιμετωπίσει καρκίνο ουροδόχου κύστης στο παρελθόν, μπορεί να του εκδηλωθεί και στο μέλλον. Όπως, επίσης μπορεί να εκδηλωθεί και σε άτομα που έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο τακτικός προληπτικός έλεγχος θεωρείται η καλύτερη επιλογή. Επίσης, άτομα που έκαναν ακτινοθεραπεία που στόχευε στη λεκάνη για προηγούμενο καρκίνο, έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο της ουροδόχου κύστης.
Ο Παθολόγος-Ογκολόγος μπορεί να εντοπίσει με ακρίβεια τον τύπο καρκίνου της ουροδόχου κύστης και να προτείνει ένα εξατομικευμένο πλάνο θεραπείας, βασισμένο αποκλειστικά στις ιδιαιτερότητες του κάθε περιστατικού. Εάν παρατηρήσετε ότι τα ούρα σας μπορεί να περιέχουν αίμα, κλείστε ραντεβού με το γιατρό σας για να το ελέγξετε. Μπορείτε επίσης να προγραμματίσετε ένα ραντεβού στην περίπτωση που έχετε παρατηρήσει συμπτώματα που σας ανησυχούν.
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης είναι μια κακοήθης πάθηση που επηρεάζει το κοίλο μυϊκό όργανο στο κάτω μέρος της κοιλιάς, όπου αποθηκεύονται τα ούρα. Ανάλογα με το στάδιο διάγνωσης, η κακοήθεια μπορεί να είναι απολύτως ιάσιμη. Ακόμη και σε προχωρημένα στάδια, τα ποσοστά ίασης είναι εξαιρετικά, εφόσον ακολουθηθεί η κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση ..
Η επιλογή της κατάλληλης θεραπείας περιλαμβάνει, χειρουργική αντιμετώπισης, χειμιοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία.
Η ανοσοθεραπεία, όπως το BCG (Bacillus Calmette-Guérin), χορηγείται ενδοκυστικά για επιφανειακούς όγκους για την πρόληψη υποτροπής. Σε προχωρημένο ή μεταστατικό καρκίνο χρησιμοποιούνται νεότερα ανοσοθεραπευτικά φάρμακα (π.χ. check-point inhibitors) που ενεργοποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα για να επιτεθεί στον όγκο.
Η ενδοκυστική θεραπεία μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό της ουροδόχου κύστης, συχνουρία, επιτακτική ούρηση, πόνο κατά την ούρηση, αλλά όλα είναι αντιμετωπίσιμα.
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης έχει υψηλά ποσοστά υποτροπής, ιδιαίτερα οι επιφανειακοί όγκοι (έως και 50–70%). Γι’ αυτό απαιτείται τακτική παρακολούθηση με κυστεοσκοπήσεις.
.
Έχετε απορίες;
Για οποιαδήποτε απορία και ερώτηση μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας!
Επικοινωνήστε μαζί μας!
Υπηρεσίες
Καλέστε μας
Διεύθυνση
Υπηρεσίες